Το αίσθημα της ενοχής στο γονιό

Συχνά οι γονείς, με αφορμή γεγονότα στα οποία διαπιστώνουν ότι δεν έχουν επαρκείς γνώσεις σχετικά την ανάπτυξη του παιδιού ή με αφορμή ηχηρές συγκρούσεις με το παιδί ή ακόμα και όταν αμφιταλαντεύονται για τη διαχείριση λεπτών θεμάτων, όπως αν θα αφήσουν το παιδί να κοιμηθεί μαζί τους, νιώθουν ανεπαρκείς ως προς το γονεϊκό τους ρόλο. Νιώθουν ότι δε μπορούν να ανταπεξέλθουν στο ρόλο τους ως γονείς, στις ευθύνες και υποχρεώσεις που τον συνοδεύουν. Έτσι, υπό αυτές τις συνθήκες η αυτοαμφισβήτηση, οι αυτοκατηγορίες, η ανασφάλεια και κυρίως η ενοχή βρίσκουν ένα γόνιμο έδαφος για να ανθίσουν.

Τα προσωπικά βιώματα που έχει ο γονιός από τη δική του οικογένεια καθώς και τα κριτήρια που έχει η κοινωνία σχετικά με το σωστό γονιό διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό τις προσδοκίες που έχει ο γονιός από τον εαυτό του ως προς αυτό το ρόλο. Προσδοκίες που σχετίζονται με τη λήψη πάντα σωστών αποφάσεων, ο γονιός πρέπει να παίρνει πάντα την ορθότερη απόφαση, καθώς και με τη διαρκή και ακούραστη παρουσία του στο παιδί, ο γονιός πρέπει να είναι διαθέσιμος και κοντά στο παιδί του συνέχεια (Gomes et al., 2014). Πρόκειται λοιπόν για προσδοκίες μη ρεαλιστικές οι οποίες βαραίνουν το γονιό και τον κάνουν ενοχικό σχετικά με την ανατροφή του παιδιού του και αμφιθυμικό ως προς το σύστημα της οικογένειας. Προσδοκίες και κριτήρια που φανερώνουν μία ανάγκη του γονιού να είναι τέλειος σε όλα τα γονεϊκά καθήκοντα. Η κάθε όμως λανθασμένη ή μη στοχευμένη κίνηση τον απομακρύνει από την άπιαστη αυτή εικόνα του τέλειου γονιού και του δημιουργεί ενοχές και ντροπή (Hunt, 2001; Lawrence, 2015).

Φράσεις όπως: «Έλειπα από το σπίτι και δεν πέρασα πολύ χρόνο μαζί του.», «Ήμουν πολύ επικριτικός και αυστηρός μαζί του.» ή «Του φώναξα πολύ και μαλώσαμε.» περιγράφουν συνήθεις καταστάσεις στις οποίες ο γονιός νιώθει ενοχές για τη συμπεριφορά του απέναντι στο παιδί. Νιώθει ενοχές γιατί συγκρούεται η συμπεριφορά του με την εικόνα του τέλειου γονιού που έχει στο μυαλο του. Του τέλειου γονιού ο οποίος γνωρίζει πάντα πώς να διαχειριστεί το παιδί του (Gomes et al., 2014; Lawrence, 2015; Hunt, 2001).

Αν και η ενοχή που μπορεί να νιώθει ένας γονιός παράλληλα δείχνει πόσο αφοσιωμένος είναι στο ρόλο του και ότι προσπαθεί να κάνει το καλύτερο για το παιδί του, καλό είναι να μπορεί να διαχειριστεί τις ενοχές του οι οποίες συχνά συνοδεύονται από αυτοκατηγορίες, αισθήματα ντροπής, αναποτελεσματικότητας και αβοηθησίας (Gomes et al., 2014; Hunt, 2001). Είναι σημαντικό ο γονιός να είναι σε θέση να τη διαχειριστεί γιατί όταν ένας γονιός νιώθει ενοχές και ανεπάρκεια ως προς το ρόλο του, αυτό θα επηρεάσει και τη σχέση με το/τη σύντροφό του αλλά και με το παιδί του. Άλλωστε δεν είναι λίγες οι φορές κατα τις οποίες το παιδί διαισθάνεται την ενοχή του γονιού του και τον εκμεταλλεύεται για να του κάνει τα θελήματα.

Ένα πρώτο βήμα προς τη διαχείριση της γονεϊκής ενοχής είναι ο γονιός να αφήσει πίσω του την εικόνα του τέλειου γονιού, αφού ο τέλειος γονιός δεν υπάρχει, και να πιστέψει στον αρκετά καλό γονιό. Ο αρκετά καλός γονιός αποτελεί ένα ρόλο ρεαλιστικό και αναφέρεται στο γονιό ο οποίος αποδέχεται όλες τις πλευρές του εαυτού του καθώς και ότι είναι φυσιολογικό και επιτρεπτό να έχει αντιφατικά συναισθήματα προς το παιδί του. Ο αρκετά καλός γονιός είναι λιγότερο ενοχικός γιατί γνωρίζει ότι η αγάπη προς το παιδί του δεν ακυρώνεται όταν θα υψώσει την φωνή του αλλά και γιατί έχει αποδεχτεί ότι μέσα από τα λάθη που κάνει μαθαίνει. Άλλωστε τα λάθη κάθε ρόλου είναι και τα στοιχεία που τον βοηθούν να εξελιχθεί (Hunt, 2001).

 

Βιβλιογραφία

Gomes, M. C., Clementino, M. A., Pinto-sarmento, T. C. D. A., Martins, C. C., Granville-garcia, A. F., & Paiva, S. M. (2014). Association between parental guilt and oral health problems in preschool children: a hierarchical approach. BMC Public Health, 1–8.

Hunt, J. (2001). The Natural Child: Parenting from the Heart. New Society Publishers.

Lawrence, R. (2015). Parental Guilt: Self-Induced and Iatrogenic. Clinical Pediatrics, 7(3), 499–500.